ΔΙΑΤΗΡΗΤΕΟ ΚΤΙΡΙΟ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ Τ.Ε.Α.Π.Ο.Κ.Α., ΣΤΑΔΙΟΥ 58 & ΑΙΟΛΟΥ 103"Μελέτη συντήρησης και αποκατάστασης του ζωγραφικού διακόσμου"
Ιστορικά στοιχεία - αρχιτεκτονική κτηρίου
Το διατηρητέο κτίριο στη συμβολή των οδών Σταδίου 58 και Αιόλου 103 κατασκευάστηκε πριν το 1885 και πιθανότατα πρόκειται για έργο του Αρχιτέκτονα Λύσανδρου Καυτατζόγλου.
Πρόκειται για τετραώροφο κεραμοσκέπαστο κτίριο με δύο δίδυμες όψεις στις οδούς σταδίου και Αιόλου και μια μικρότερη στη συμβολή των δύο δρόμων, η οποία στέφεται με αέτωμα.
Οι όψεις διέπονται από μια αυστηρή συμμετρία και είναι διακοσμημένες με πολλά νεοκλασικά στοιχεία: παραστάδες στο ισόγειο, διακοσμητικά πλαίσια στις πόρτες και τα παράθυρα, μαρμάρινα μπαλκόνια πάνω σε φουρούσια με την διπλή έλικα, γείσα, οδοντωτές ταινίες, στηθαία με «μπουκάλες» στις ποδιές των παραθύρων.
Τα μπαλκόνια, μεγαλύτερα στον πρώτο όροφο, μικραίνουν όσο ανεβαίνουμε δίνοντας μια κίνηση στην όψη. Τα πλήρη ανάμεσα στα παράθυρα του τρίτου ορόφου είναι βαμμένα σε σκούρο χρώμα, που διαφοροποιεί αυτόν τον όροφο από τους κατώτερους και τον κάνει να λειτουργεί σαν στέψη.
Το κτίριο περιλαμβάνει υπόγειο, ισόγειο, ημιώροφο και τρεις ορόφους Α΄, Β΄, Γ΄. Μεταξύ των ορόφων υπάρχουν ξύλινα δάπεδα επί ξύλινων φέρουσων δοκών.
Διαθέτει δύο κλιμακοστάσια, ένα μικρό βοηθητικό και το κεντρικό κλιμακοστάσιο το οποίο είναι μαρμάρινο με ξύλινη κουπαστή και χυτοσιδηρά κιγκλιδώματα. Από τα δείγματα που έγιναν στους ξύλινους ορθοστάτες και την κουπαστή της σκάλας φαίνεται πως υπάρχει απομίμηση των νερών του ξύλου η οποία είναι επικαλυμμένη με οκτώ στρώματα ελαιοχρώματος διαφόρων αποχρώσεων.
Επίσης τα διακοσμητικά πλαίσια των θυρών καθώς και οι ίδιες οι θύρες έχουν απομίμηση ξύλου και είναι επικαλυμμένες με επάλληλα στρώματα ελαιοχρωμάτων.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα δάπεδα της εισόδου.
Λόγω της χρήσης του κτιρίου (Ξενοδοχείο) υπάρχει συγκεκριμένη διάταξη των χώρων στον Α΄, Β΄, Γ΄ όροφο. Ανεβαίνοντας το κεντρικό κλιμακοστάσιο και φθάνοντας στον εκάστοτε όροφο, αντικρίζει κανείς ένα κεντρικό χολ με σχήμα περίπου Π, ενώ αριστερά και δεξιά εκτείνονται δύο πλευρικοί διάδρομοι με δωμάτια που πλαισιώνουν εξωτερικά τους προαναφερόμενους χώρους κατόψεις.
Η κάτοψη του ημιώροφου διαφέρει από τους υπόλοιπους ως προς τη διάταξη των δωματίων.
Σε πολλά δωμάτια του κτιρίου έχουν αφαιρεθεί μεσότοιχοι και έχουν τοποθετηθεί καινούργιοι σε μεταγενέστερη χρονική περίοδο, προφανώς για την εξυπηρέτηση των διαφορετικών χρήσεων που είχε κάθε φορά.
Επίσης, σε πολλούς χώρους, υπάρχουν γύψινες μεταγενέστερες ψευδοροφές αλλά και γύψινα διακοσμητικά στοιχεία (περιμετρικά και ροζέτες) που κάλυπταν σωληνώσεις και καλώδια και τα οποία σε κάποιες περιπτώσεις αφαιρέθηκαν προκειμένου να είναι δυνατή η διενέργεια δειγμάτων στις οροφογραφίες.
Τέλος, σε πολλές οροφές παρατηρήθηκε η εξ’ ολοκλήρου αντικατάσταση του παλαιού κονιάματος, που πιθανόν να είχε απολεσθεί μαζί με το σύνολο του ζωγραφικού διακόσμου κατά τη διάρκεια της χρήσης του κτιρίου, με νέο στρώμα κονιάματος και ενίσχυση με πλέγμα. Σε πολλές από τις οροφές του κτιρίου υπάρχουν συμπληρώσεις και ενισχύσεις του παλαιού κονιάματος με νέο, ενώ διατηρείται μέρος του αυθεντικού ζωγραφικού διακόσμου.
Το κτίριο χαρακτηρίστηκε ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο με την υπουργική απόφαση Γ/2770/6916 που δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 257Β/20-3-1980.
Το διατηρητέο κτίριο στη συμβολή των οδών Σταδίου 58 και Αιόλου 103 κατασκευάστηκε πριν το 1885 και πιθανότατα πρόκειται για έργο του Αρχιτέκτονα Λύσανδρου Καυτατζόγλου.
Πρόκειται για τετραώροφο κεραμοσκέπαστο κτίριο με δύο δίδυμες όψεις στις οδούς σταδίου και Αιόλου και μια μικρότερη στη συμβολή των δύο δρόμων, η οποία στέφεται με αέτωμα.
Οι όψεις διέπονται από μια αυστηρή συμμετρία και είναι διακοσμημένες με πολλά νεοκλασικά στοιχεία: παραστάδες στο ισόγειο, διακοσμητικά πλαίσια στις πόρτες και τα παράθυρα, μαρμάρινα μπαλκόνια πάνω σε φουρούσια με την διπλή έλικα, γείσα, οδοντωτές ταινίες, στηθαία με «μπουκάλες» στις ποδιές των παραθύρων.
Τα μπαλκόνια, μεγαλύτερα στον πρώτο όροφο, μικραίνουν όσο ανεβαίνουμε δίνοντας μια κίνηση στην όψη. Τα πλήρη ανάμεσα στα παράθυρα του τρίτου ορόφου είναι βαμμένα σε σκούρο χρώμα, που διαφοροποιεί αυτόν τον όροφο από τους κατώτερους και τον κάνει να λειτουργεί σαν στέψη.
Το κτίριο περιλαμβάνει υπόγειο, ισόγειο, ημιώροφο και τρεις ορόφους Α΄, Β΄, Γ΄. Μεταξύ των ορόφων υπάρχουν ξύλινα δάπεδα επί ξύλινων φέρουσων δοκών.
Διαθέτει δύο κλιμακοστάσια, ένα μικρό βοηθητικό και το κεντρικό κλιμακοστάσιο το οποίο είναι μαρμάρινο με ξύλινη κουπαστή και χυτοσιδηρά κιγκλιδώματα. Από τα δείγματα που έγιναν στους ξύλινους ορθοστάτες και την κουπαστή της σκάλας φαίνεται πως υπάρχει απομίμηση των νερών του ξύλου η οποία είναι επικαλυμμένη με οκτώ στρώματα ελαιοχρώματος διαφόρων αποχρώσεων.
Επίσης τα διακοσμητικά πλαίσια των θυρών καθώς και οι ίδιες οι θύρες έχουν απομίμηση ξύλου και είναι επικαλυμμένες με επάλληλα στρώματα ελαιοχρωμάτων.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα δάπεδα της εισόδου.
Λόγω της χρήσης του κτιρίου (Ξενοδοχείο) υπάρχει συγκεκριμένη διάταξη των χώρων στον Α΄, Β΄, Γ΄ όροφο. Ανεβαίνοντας το κεντρικό κλιμακοστάσιο και φθάνοντας στον εκάστοτε όροφο, αντικρίζει κανείς ένα κεντρικό χολ με σχήμα περίπου Π, ενώ αριστερά και δεξιά εκτείνονται δύο πλευρικοί διάδρομοι με δωμάτια που πλαισιώνουν εξωτερικά τους προαναφερόμενους χώρους κατόψεις.
Η κάτοψη του ημιώροφου διαφέρει από τους υπόλοιπους ως προς τη διάταξη των δωματίων.
Σε πολλά δωμάτια του κτιρίου έχουν αφαιρεθεί μεσότοιχοι και έχουν τοποθετηθεί καινούργιοι σε μεταγενέστερη χρονική περίοδο, προφανώς για την εξυπηρέτηση των διαφορετικών χρήσεων που είχε κάθε φορά.
Επίσης, σε πολλούς χώρους, υπάρχουν γύψινες μεταγενέστερες ψευδοροφές αλλά και γύψινα διακοσμητικά στοιχεία (περιμετρικά και ροζέτες) που κάλυπταν σωληνώσεις και καλώδια και τα οποία σε κάποιες περιπτώσεις αφαιρέθηκαν προκειμένου να είναι δυνατή η διενέργεια δειγμάτων στις οροφογραφίες.
Τέλος, σε πολλές οροφές παρατηρήθηκε η εξ’ ολοκλήρου αντικατάσταση του παλαιού κονιάματος, που πιθανόν να είχε απολεσθεί μαζί με το σύνολο του ζωγραφικού διακόσμου κατά τη διάρκεια της χρήσης του κτιρίου, με νέο στρώμα κονιάματος και ενίσχυση με πλέγμα. Σε πολλές από τις οροφές του κτιρίου υπάρχουν συμπληρώσεις και ενισχύσεις του παλαιού κονιάματος με νέο, ενώ διατηρείται μέρος του αυθεντικού ζωγραφικού διακόσμου.
Το κτίριο χαρακτηρίστηκε ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο με την υπουργική απόφαση Γ/2770/6916 που δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 257Β/20-3-1980.